Σ’ αγαπώ ζωή μου ξένη, απρόβλεπτη και ωραία˙
σε μυρίζω στον ανθό που έχω μέσα στην καρδιά μου
και το νιώθω το άγγιγμά σου, λες από μία γκρίζα θέα
του κορμιού σου, που παντοτινά, ορθώνεται μπροστά μου.
Σ’ αγαπώ γλυκιά μου μούσα γιατί μόνο εσύ μ’ εμπνέεις˙
εσύ με πείθεις για ένα όνειρο πως αξίζει εγώ να ζω
και ενώ με μία αμφισβήτηση τον κόσμο μας παιδεύεις
φοβάμαι μακριά της, σε δρόμο άχαρο θα πορευτώ.
Σ’ αγαπώ συνταξιδιώτισσα σε λιμάνια και πελάγη,
σε κόσμους άγνωστους, ειρηνικούς και αγνούς,
που δεν αλλοίωσε ακόμα του μικροπρεπή η χάρη
ούτε ξεγελάστηκε απ’ του ιδιοτελή τους ψεύτικους λυγμούς.
Σ’ αγαπώ γιατί μου πρότεινες τον δύσκολο τον δρόμο˙
αυτόν που μου χαρίζει περίσσιες ευωδιές
και μου ορίζεις αυθαίρετα έναν δικό σου νόμο,
ν’ αποφεύγω τους ανθρώπους που μοιάζουν με σκιές.
Σ’ αγαπώ γιατί μου πρόσφερες χιλιάδες πειρασμούς
και με δοκίμασες προκλητικά στο λάθος, την αλήθεια˙
όμως δεν άντεξα, γεύτηκα του σκότους τους τριγμούς
και τώρα μία αρρώστια χουγιάζει μεσ’ τα στήθια.
Σ’ αγαπώ και σε κερνώ ακόμα ένα ποτήρι
απ’ το μπουκάλι που μ’ αυτό τον χρόνο μου μετράς.
Τη συντροφιά σου θεωρώ πολύτιμο στολίδι
κι ας χάνω χρόνια απ’ τις γουλιές που εσύ τώρα μεθάς.
Σ’ αγαπώ γλυκιά ζωή μα το νιώθω πως σε χάνω˙
ενώ μία ντροπή αισθάνομαι το λόγο να σου πω.
Βλέπεις, απ’ την ανάγκη μου το πρόσωπό σου να κοιτάω
έμαθα και τους ανθρώπους γύρω μου, με πάθος ν’ αγαπώ…
σε μυρίζω στον ανθό που έχω μέσα στην καρδιά μου
και το νιώθω το άγγιγμά σου, λες από μία γκρίζα θέα
του κορμιού σου, που παντοτινά, ορθώνεται μπροστά μου.
Σ’ αγαπώ γλυκιά μου μούσα γιατί μόνο εσύ μ’ εμπνέεις˙
εσύ με πείθεις για ένα όνειρο πως αξίζει εγώ να ζω
και ενώ με μία αμφισβήτηση τον κόσμο μας παιδεύεις
φοβάμαι μακριά της, σε δρόμο άχαρο θα πορευτώ.
Σ’ αγαπώ συνταξιδιώτισσα σε λιμάνια και πελάγη,
σε κόσμους άγνωστους, ειρηνικούς και αγνούς,
που δεν αλλοίωσε ακόμα του μικροπρεπή η χάρη
ούτε ξεγελάστηκε απ’ του ιδιοτελή τους ψεύτικους λυγμούς.
Σ’ αγαπώ γιατί μου πρότεινες τον δύσκολο τον δρόμο˙
αυτόν που μου χαρίζει περίσσιες ευωδιές
και μου ορίζεις αυθαίρετα έναν δικό σου νόμο,
ν’ αποφεύγω τους ανθρώπους που μοιάζουν με σκιές.
Σ’ αγαπώ γιατί μου πρόσφερες χιλιάδες πειρασμούς
και με δοκίμασες προκλητικά στο λάθος, την αλήθεια˙
όμως δεν άντεξα, γεύτηκα του σκότους τους τριγμούς
και τώρα μία αρρώστια χουγιάζει μεσ’ τα στήθια.
Σ’ αγαπώ και σε κερνώ ακόμα ένα ποτήρι
απ’ το μπουκάλι που μ’ αυτό τον χρόνο μου μετράς.
Τη συντροφιά σου θεωρώ πολύτιμο στολίδι
κι ας χάνω χρόνια απ’ τις γουλιές που εσύ τώρα μεθάς.
Σ’ αγαπώ γλυκιά ζωή μα το νιώθω πως σε χάνω˙
ενώ μία ντροπή αισθάνομαι το λόγο να σου πω.
Βλέπεις, απ’ την ανάγκη μου το πρόσωπό σου να κοιτάω
έμαθα και τους ανθρώπους γύρω μου, με πάθος ν’ αγαπώ…
4 σχόλια:
Sugxaritiria gia tis omorfes eikones pou dimiourgoun oi lekseis sou!!!!!Sunexise etsi!!!...Edw, eidika stin 4h strofh kollisa!!!
;-) kiki..
Που λες Κική, έσπασε το ρόδι. Πρώτο σχόλιο θετικό. Και πόσο μάλλον όταν δημιουργούν όμορφες εικόνες οι λέξεις μου, μέσα στην περιρρέουσα, άκρως καλοκαιρινή ατμόσφαιρα.
Σε ευχαριστώ για την επικοινωνία, έστω και αν δεν σμίξουν ποτέ οι σκιές μας...
:-))))!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Euxaristw ki egw...estw!
Βλέπεις, απ’ την ανάγκη μου το πρόσωπό σου να κοιτάω
έμαθα και τους ανθρώπους γύρω μου, με πάθος ν’ αγαπώ…
Οτι και να πω Ανασταση.. μπραβο και παλι μπραβο!!
Δημοσίευση σχολίου